Η μακροχρόνια λιτότητα στην Ελλάδα και γενικά στον ευρωπαϊκό Νότο...
είναι η μόνη εφικτή πορεία προσαρμογής και συνεπώς στην Ελλάδα και στις περισσότερες χώρες της περιφέρειας, οι τιμές και οι μισθοί χρειάζεται να μειωθούν, συγκριτικά με τα επίπεδα της Γερμανίας, κατά περίπου 10% με 30%, εκτιμούν σε κύριο άρθρο τους οι Financial Times.
Το πραγματικό πρόβλημα της ευρωζώνης δεν είναι η Ελλάδα
Έχουμε φτάσει σε τέτοιο σημείο στη διαχείριση της κρίσης στην ευρωζώνη που συχνά αναλωνόμαστε στις λεπτομέρειες. Βεβαίως οι λεπτομέρειες έχουν σημασία. Έχει σημασία εάν η ελληνική κυβέρνηση θα βρει τα χρήματα για να μετακυλήσει το χρέος της. Έχει σημασία η λίστα μεταρρυθμίσεων που θα προτείνει ο Αλέξης Τσίπρας στους πιστωτές, αλλά και στο δικό του κόμμα. Και έχει επίσης σημασία ότι ο ίδιος και η Άγκελα Μέρκελ έχουν βελτιώσει τις σχέσεις τους. Η συνάντηση την προηγούμενη εβδομάδα με τη Γερμανίδα καγκελάριο έφερε κάποια ηρεμία που ήταν απαραίτητη μετά την πρόσφατη «τοξική» ρητορική.
Σε ότι αφορά τη μεγαλύτερη εικόνα όμως, αυτά είναι λεπτομέρειες. Δεν προσθέτουν κάτι στις ουσιώδεις ανισορροπίες που έχουν κάνει τη ζωή αβάσταχτη για πολλούς Ευρωπαίους. Μπορεί να περιγράψει κανείς με πολλούς διαφορετικούς τρόπους αυτές τις ανισορροπίες. Ο πιο απλός τρόπος είναι να κοιτάξει κανείς τις τιμές στα supermarket της Γερμανίας ή άλλων χωρών της νότιας Ευρώπης και να δει ότι το ίδιο ευρώ έχει πολύ διαφορετική αγοραστική αξία σε κάθε χώρα.
Αυτό δεν είναι συγκρίσιμο με τη διαφορά τιμών που θα συναντήσει κανείς στην Γουτσίτα και στη Νέα Υόρκη. Στην ευρωζώνη, ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Οι τιμές είναι χαμηλότερες στις χώρες υψηλότερου εισοδήματος
του ευρωπαϊκού βoρρά και όχι στις χώρες χαμηλότερων εισοδημάτων του Νότου.
Κάτι δεν πάει καλά εδώ. Μία πιο τεχνική αποτύπωση των εσωτερικών ανισορροπιών είναι το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Η Γερμανία είχε πλεόνασμα 7,5% του ΑΕΠ τον προηγούμενο χρόνο. Η Ελλάδα έχει έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών παρά το ότι καταγράφει μία από τις πιο άγριες οικονομικές προσαρμογές στη σύγχρονη ιστορία.
Υπάρχουν και άλλα στοιχεία που περιγράφουν την ίδια κατάσταση. Ένα από αυτά είναι η καθαρή θέση διεθνών επενδύσεων – η διαφορά μεταξύ όσων κατέχει η χώρα στο εξωτερικό και των τοποθετήσεων που έχει ο υπόλοιπος κόσμος σε αυτή τη χώρα. Ή το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, ή ακόμη και οι ανισορροπίες στο σύστημα πληρωμών της ευρωζώνης, γνωστό και ως Target 2.
Όλα λένε την ίδια ιστορία. Η ευρωζώνη έχει εκτροχιαστεί.
Είναι σύνηθες να υπάρχουν ανισορροπίες στην οικονομία. Θεωρητικά δεν υπάρχει κάτι κακό εφόσον τελικά αυτές εξαφανίζονται. Δεν υπάρχει όμως, καμία ένδειξη ότι αυτό ισχύει με τις εσωτερικές ανισορροπίες της ευρωζώνης. Αυτό ήταν και το μεγαλύτερο λάθος στις εκτιμήσεις του συντηρητικού οικονομικού κατεστημένου της ευρωζώνης. Πίστεψαν ότι η ευρωζώνη θα έβγαινε από την κρίση με την προσαρμογή.
Η πιο σημαντική προσαρμογή χρειάζεται να γίνει στη σύγκλιση των τιμών και του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Στην Ελλάδα και στις περισσότερες χώρες της περιφέρειας, οι τιμές και οι μισθοί χρειάζεται να μειωθούν- συγκριτικά με τα επίπεδα της Γερμανίας – κατά περίπου 10% με 30%, ανάλογα με τη χώρα και το μέγεθος στο οποίο θα επιλέξει κάποιος να επικεντρωθεί.
Ιδανικά, η προσαρμογή θα είναι συμμετρική κι αυτό σημαίνει ότι οι πλεονασματικές και οι ελλειμματικές χώρες θα συναντηθούν κάπου στη μέση. Δεν γίνεται όμως, αυτό, εν μέρει λόγω του χαμηλού πληθωρισμού. Ο βασικός λόγος για τον οποίο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα χρειάζεται τόσο απεγνωσμένα να αυξήσει τον πληθωρισμό από τα περίπου μηδενικά επίπεδα στο 2% είναι για να επιτρέψει στην Ελλάδα να έχει χαμηλότερο, αλλά πάντα θετικό, πληθωρισμό συγκριτικά με τη Γερμανία.
Η εμπειρία δείχνει ότι οι μισθοί δεν αλλάζουν πολύ, ακόμη και σε μία οικονομία με μεγάλη ύφεση. Υποθετικά λοιπόν, θα ήταν καλύτερα εάν η Ελλάδα είχε μηδενικό πληθωρισμό, ενώ ο πληθωρισμός της Γερμανίας βρισκόταν στο 4%. Μετά από πέντε χρόνια, τιμές και μισθοί θα ευθυγραμμιζόντουσαν ξανά.
Τι χρειάζεται όμως, για να αυξηθεί ο πληθωρισμός στη Γερμανία;
Το μόνο που θεωρώ ότι θα μπορούσε να λειτουργήσει βραχυπρόθεσμα είναι μία τεράστια δημοσιονομική ώθηση που θα χρηματοδοτήσει διαρκή αύξηση στους μισθούς του δημόσιου τομέα και φορολογικές περικοπές για να αυξηθεί η ζήτηση στον ιδιωτικό τομέα. Αυτό όμως, δεν συμβαίνει επειδή η Γερμανία περιορίζεται από ένα συνταγματικό κανόνα που επέβαλε στον εαυτό της, ο οποίος επιβάλει στην κυβέρνηση να καταγράφει εξισορροπημένο προϋπολογισμό στη διάρκεια του οικονομικού κύκλου, τώρα και για πάντα.
Ετσι, η μακροχρόνια λιτότητα στον ευρωπαϊκό Νότο είναι η μόνη εφικτή πορεία προσαρμογής.
Εάν υπήρχε πραγματική προσαρμογή, τότε η στρατηγική της Άγκελα Μέρκελ για μεσοβέζικες λύσεις στην κρίση και για συνεχή μετακύληση του χρέους χωρίς διαγραφή του, μπορεί και να λειτουργούσε. Ακόμη και σε μία ατελή νομισματική ένωση, οι χώρες που έχουν αρκετά ευθυγραμμισμένα επίπεδα τιμών και μισθών μπορούν να συνυπάρξουν για καιρό.
Αυτό όμως, σαφέστατα δεν ισχύει για μία νομισματική ένωση όπου η προσαρμογή έχει μπλοκαριστεί. Χωρίς προσαρμογή, δεν υπάρχει εναλλακτική στην κοινή οικονομική διακυβέρνηση και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που να επιτρέπει μεταφορές από τούς φορολογούμενους στις ισχυρές χώρες προς τους πολίτες των πιο αδύναμων χωρών.
Σε μία νομισματική ένωση χωρίς προσαρμογή – και χωρίς αυτού του είδους τις μεταφορές κεφαλαίων – οι εντάσεις χτίζονται σταδιακά μέχρι να γίνουν αβάστακτες. Η Ελλάδα πλησιάζει σε αυτό το σημείο.
Εάν η ευρωζώνη διαλυόταν, με το Grexit ή με κάποιο άλλο σοκ, η προσοχή θα εστιαζόταν στο ποιος πάτησε την σκανδάλη, είτε πρόκειται για ένα λαϊκιστή πολιτικό, είτε για ένα κοινοβούλιο αποστατών ή ακόμη και για ένα ξένο επενδυτή.
Προτού παίξουμε το παιχνίδι ευθυνών όμως, μπορεί να θέλουμε να θυμηθούμε όσα δεν φαίνονται στην επιφάνεια. Να θυμηθούμε ότι η πραγματική δύναμη πίσω από όλα αυτά είναι οι ανισορροπίες της ευρωζώνης.
Δημοσίευση σχολίου